• ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟΥ...

  • Αριθμός ταινιών: 22316
  • Αριθμός συν/τών: 759967
  • Πρόγραμμα 300 Κινηματογράφων και 18 τηλεοπτικών σταθμών
Who is who


Τετ 28 Νοε 2007

CLIVE OWEN - A real film animal!




Εδώ και μια εβδομάδα η Εθνική Αγγλίας αποτελεί το όνειδος του νησιού, μετά τον αποκλεισμό της από το Ευρωπαικό του 2008, και οι αθλητικές εφημερίδες χύνουν τόνους μελανιού κατηογορώντας τους παίκτες για έλλειψη ηθικής αφού προτιμούν να κάνουν όργια με escort girls παρά μέσα στο ποδοσφαιρικό παραλληλόγραμμο. Κάπου εκεί μας ήρθε στο μυαλό ο Hugh Grant και το Βρετανικό σινεμά. Παγκοσμιοποίηση; Tι να φταίει για την κατάντια μιας από τις πάλαι ποτέ κραταιές κινηματογραφικές βιομηχανίες και ποιος θα τη σώσει από τον κίνδυνο της αιώνιας παραγωγής ρομαντικών κωμωδιών - και το λέμε με κάθε σεβασμό για τον Richard Curtis.

Ο Clive Owen, να ποιος. Έχοντας ήδη κάνει το άλμα προς το Hollywood και στολίζοντας συχνά τα εξώφυλλα των κινηματογραφικών (και όχι μόνο) περιοδικών, ο Clive, ίσως μαζί με τον Daniel Craig, είναι η μόνη ελπίδα για το πληγωμένο προφίλ των Άγγλων, που για πολύ καιρό είχαν στηριχτεί σε σταρ που δεν πήγαιναν και πολύ πιο πέρα από το «τέλειος ρομαντικός πρωταγωνιστής» - Jude Law, Hugh Grant, Colin Firth.

Ο Clive Owen γεννήθηκε στις 3 Οκτωβρίου του 1964 στο Coventry αλλά δεν πρόλαβε να επηρεαστεί από την καριέρα του πατέρα του (τραγουδιστής country!) αφού ο κύριος Owen εγκατέλειψε την οικογένειά του όταν ο Clive ήταν μόλις 3 ετών. Την ανατροφή του ανέλαβαν η μητέρα του και ο θετός του πατέρας, ένας ταπεινός σιδηροδρομικός υπάλληλος. Ο Owen θυμάται εκείνα τα χρόνια ως εξαιρετικά δύσκολα για την οικογένεια και δηλώνει πως ο ίδιος δεν βοηθούσε και πολύ την κατάσταση αφού ήταν ένα αρκετά κακομαθημένο παιδί. Η πρώτη του επαφή με την υποκριτική ήταν καθοριστική: Στα 13 του έπαιξε τον ρόλο του Artful Dodger σε μια παραγωγή του young theater της περιοχή και δήλωσε πως θα τον ενδιέφερε να γίνει ηθοποιός, κάτι που εκνεύριζε τους πάντες αφού το κοινωνικό background του θα έπρεπε να τον κάνει πιο ρεαλιστή σχετικά με το μέλλον του. Η αλήθεια είναι πως ο Owen δεν είχε καμία διάθεση να φοιτήσει σε σχολή για να γίνει ηθοποιός αλλά μετά από 3 χρόνια ανεργίας κατάλαβε πως χωρίς έμπειρη καθοδήγηση δεν θα μπορούσε να μπει στον κόσμο του θεάματος ούτε, ακόμα χειρότερα, να χρησιμοποιήσει το 100% του ταλέντου του. Έτσι, το 1984 έκανε αίτηση για να φοιτήσει στην Royal Academy of Dramatic Art όπου και έγινε δεκτός, γεμίζοντας το C.V του με σημαντικούς ρόλους και αποκομίζοντας τεράστια εμπειρία.

Ήδη ένα χρόνο μετά την αποφοίτησή του, το 1988, ο Owen βρίσκει τον εαυτό του στην ζεστή, ποιοτική αγκαλιά του BBC, με τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο Precious Bane αλλά και στο Vroom (του Channel 4),ενώ το 1991 παίρνει πολύ καλές κριτικές για τον ρόλο του στο αιμομικτικό δράμα Close My Eyes, όπου συμπρωταγωνιστεί με τον Alan Rickman. O ρόλος του αδερφού που επιθυμεί σεξουαλικά την αδερφή του έκανε αρκετά μεγάλη ζημιά στον Owen, που είδε τις προτάσεις για διαφημίσεις που του είχαν γίνει να αποσύρονται, αλλά ταυτόχρονα τον απελευθέρωσε από τα δεσμά του γοητευτικού, άσπιλου leading man, παγίδα στην οποία αναπόφευκτα θα κατέληγε. Οι εκκεντρικοί ρόλο θα γίνουν πλέον ο κανόνας του, παίζοντας έναν αμφιφυλόφιλο στο θεατρικό έργο Design For Leaving, έναν ομοφυλόφιλο σε ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσες στο Bent και πρωταγωνιστώντας επί σκηνής στο Closer- το οποίο όλοι θα γνωρίζαμε καλύτερα 12 χρόνια αργότερα. Παρέμενε σχετικά άγνωστος στην Αμερική αλλά αυτό έμελλε να αλλάξει και η ειρωνία είναι πως αυτό θα γίνει με ένα φιλμ που οι Άγγλοι αγνόησαν επιδεικτικά. Μιλάμε για το Croupier του Mike Hodges, ένα από τα καλύτερα σύγχρονα noir (θα το κατατάσσαμε χωρίς αμφιβολία στα επίπεδα του Blood Simple) στο οποίο ο Owen διαπρέπει ως ο κρουπιέρης του τίτλου, που μπλέκει με μια επικίνδυνη, μυστηριώδη γυναίκα (Gina McKee). Οι Αμερικάνοι ενθουσιάστηκαν από τον τόνο του φιλμ («Αn engrossing, stylish thriller with an intelligent, multi layered plot») και γρήγορα ο Clive βρέθηκε κάτω από το μικροσκόπιο του Hollywood.

O ίδιος επιμένει Βρετανικά, αφού πρωταγωνιστεί σε τέσσερα τηλεοπτικά θρίλερ της σειράς Second Sight ενώ το 2001 τον βρίσκουμε και σε μια συμπαθητική κωμωδία, το Greenfingers του Joel Hershman. Παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις για διαφήμιση, εντυπωσιάζεται με τον επαγγελματισμό σε όλα τα επίπεδα που χαρακτηρίζει τη σειρά διαφημιστικών της BMW και προσθέτει έναν εικονικό ρόλο στη συλλογή του, αυτόν του μυστηριώδη Driver, ενώ το 2001 θέτει τον εαυτό του στην υπηρεσία μιας αναμφισβήτητης ιδιοφυΐας: Το Gosford Park, του Robert Altman, συγκεντρώνει ένα γαλαξιακό καστ που απλώνεται σε τρεις γενιές ταλέντου και παρά την συνύπαρξη θρύλων στην ίδια οθόνη (Michael Gambon, Charles Dance) o Owen επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά πως μπορεί να κάνει δράμα όποτε το θελήσει. Δεν είναι ακριβώς δράμα αλλά είναι blockbuster το The Bourne Identity του 2002, όπου εμφανίζεται ως o επαγγελματίας δολοφόνος «The Professor» (κρίμα που δεν τον βρίσκουμε και στα υπόλοιπα), ενώ το I`ll sleep when I`m Dead, που τον επανενώνει με τον Hodges δεν είχε την προσοχή που του άξιζε. Μυστηριώδης η επιλογή του Beyond Borders (2003), ένα μέτριο δράμα από το οποίο θα του μείνουν μόνο τα κομπλιμέντα της συμπρωταγωνίστριάς του, Angelina Jolie, αλλά δεν τα πάει καλύτερα με το King Arthur, ίσως το πρώτο επίσημο flop της καριέρας του. Δεν ήταν έκπληξη. Η δράση ήταν ανέμπνευστη και από όλους του πιθανούς ρόλους αυτός του Arthur είναι ο μοναδικός χωρίς περιθώρια, χωρίς ελαττώματα-κάτι που ισοδυναμεί με on screen θάνατο για έναν ταλαντούχο ηθοποιό.

Ευτυχώς για τον ίδιο, οι επόμενες κινήσεις του είναι οι σωστές: Με το Closer, που γι’αυτόν είναι γνωστό υλικό, αποδεικνύει πως είναι εκατοντάδες φορές πιο ταλαντούχος από τον Jude Law (και υποστηρίζουμε πως τον σβήνει από την οθόνη) ενώ με το Sin City, άλλο ένα stylish thriller, μπαίνει και στην συνείδηση των comic book fans αλλά γράφει και το όνομά του σε μια σημαντική box office επιτυχία. Το crime drama του πάει πολύ και το Derailed υποθέτουμε πως κάπου εκεί βάδιζε, πριν συγκρουστεί με τα όρια του Mikael Hafstroem, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν προσφέρεται για άνετη θέαση. Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για το The Pink Panther, στο οποίο ευτυχώς είναι Uncredited, αλλά μπορούμε να εκθειάσουμε τον εμπορικό Spike Lee του Inside Man, ένα καλοστημένο Heist Movie που δεν υποχωρει –αμέσως- κάτω από τα επιχειρήματα της λογικής. Το 2006 ήταν άλλο ένα ψηλό σημείο της καριέρας του, με το Children of Men του Alfonso Cuaron, ένα δράμα που παρεξηγήθηκε από τις ταμπέλες που του κόλλησαν. Δεν είναι περιπέτεια, δεν είναι φουτουριστικό (αν πχ. για φουτουριστικό περιμένετε κάτι σαν το Εquilibrium) και δεν έχει την συμβατική δομή, αφού η κατάληξή του προβλημάτισε πολύ κόσμο. Και όμως, παραμένει ένα από τα πιο καλογυρισμένα dystopian δράματα και μια ευκαιρία τόσο για τον Cuaron όσο και για τον Owen να δείξουν τις ικανότητές τους. Ελαφρώς διαφορετικές ικανότητες θα δούμε στο Shoot `Em up: Όπως καταλάβατε από τον τίτλο δεν πρόκειται για δράμα εποχής αλλά για μια περιπέτεια όπου ο Owen, σε ένα ρόλο που φέρνει αρκετά σε αυτόν του Driver, χρησιμοποιεί περισσότερο τα όπλα του παρά το στόμα του για να επικοινωνήσει με τον κόσμο. Αφού λοιπόν έκανε τις διακοπές του με την διασκεδαστική περιπέτεια του Michael Davis, αποφάσισε να ξαναβουτήξει στα βαθιά νερά με τον ρόλο του Sir Raleigh στο Elizabeth: The Golden Age - γυρισμένο για την Blanchett αλλά δίνοντας και εξαιρετικούς ρόλους στους Owen, Rush και Ifans.

Απρόβλεπτος και ταλαντούχος, ο Clive Owen είναι ένας ηθοποιός που έχει κερδίσει το δικαίωμα να αλλάζει το προφίλ του όσο συχνά θέλει, χωρίς να μας επιτρέπει να γκρινιάζουμε χρησιμοποιώντας λέξεις όπως «ξεπούλημα». Και κάτι μας λέει πως αν οι βασικοί στην Εθνική Αγγλίας είχαν την αξιοπρέπεια του Clive, καθώς και το χαμηλό προφίλ του, αυτή τη στιγμή τα Λιοντάρια θα προετοιμάζονταν για το Ευρωπαικό.


 
 
Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια. Στείλτε το πρώτο!

Αυτή τη στιγμή δεν είστε συνδεδεμένος. Συνδεθείτε ή κάντε εγγραφή για να σχολιάσετε.