This is...cult!
Δευ 18 Ιουλ 2005
«Οh God!! Oh Jesus Christ! Oh my God! Chriiiiist! Νο, no,dear God! Νο,Chriiiiist!»

Είκοσι χρόνια μετά το
Wicker Man, ο σκηνοθέτης του
Robin Hardy το αποκάλεσε «μια ταινία τρόμου χωρίς στοιχεία τρόμου». Μυστήριος μεν, κατάλληλος δε χαρακτηρισμός για μια ταινία που αν και θάφτηκε από τους διανομείς βρήκε στο καλτ κοινό μια πρωτόγνωρη στοργή, και τελικά ανακηρύχθηκε ως ένα από τα καλύτερα Βρετανικά θρίλερ όλων των εποχών. Παιδί της British Lion και γυρισμένο με πολλά προβλήματα μπάτζετ (μια από εκείνες τις περιπτώσεις όπου το μεράκι όσων μπλέχτηκαν στην παραγωγή αντικατέστησε τις ελλιπείς στερλίνες), το
Wicker Man σύμφωνα με τα λόγια του
Christopher Lee άφησε ένα σημαντικό κομμάτι του (που χάθηκε ανεπιστρεπτί) στο cutting room, ενώ ο
Lee δεν παραλείπει να αποκαλέσει τον Lord Summerisle «τον καλύτερο ρόλο που υποδύθηκε ποτέ».

Aν χρειαζόταν να βρούμε στο
Wicker Man παρέα, τότε θα το βάζαμε δίπλα δίπλά με το
Rosemary`s Baby και το
Don`t Look Now. To
Don`t Look Now, επίσης σε παραγωγή British Lion, κατέληξε να κάνει τον μεγάλο αδερφό του
Wicker, μιας που η αριστουργηματική ταινία του
Roeg παιζόταν σε double feature με το φιλμ του
Hardy, στο οποίο ούτως ή άλλως κανένας διανομέας δεν είχε πιστέψει ως ταινία με εμπορικό δυναμικό. Οι τρεις αυτές ταινίες έχουν ένα κοινό σημείο: Δεν παίζουν με τον τρόμο όσο με μια αίσθηση απειλής, η οποία όμως δεν πηγάζει από κάτι το αφύσικο αλλά αντιθέτως από μια συνηθισμένη, φαινομενικά, πραγματικότητα. Kαι αν θεωρήσουμε ότι το
Don`t Look Now «κλέβει» λίγο, μιας και η μελαγχολική Βενετία προσφέρει τα μέγιστα στην ατμόσφαιρα, το
Wicker Man επιλέγει τον δύσκολο δρόμο: H ιστορία διαδραματίζεται στην ειδυλλιακή Σκωτσέζικη ύπαιθρο σχεδόν μέρα μεσημέρι.Και κυρίως,δεν υπάρχει τέρας.Ή μήπως ναι;

Ένας αξιωματικός της Βρετανικής αστυνομίας, ο Neil Howie (ο κυρίως τηλεοπτικός
Edward Woodward) δέχεται ένα ανώνυμο γράμμα από το νησί Summerisle, το οποίο τον ενημερώνει για την εξαφάνιση ενός κοριτσιού, της μικρής. O Ηowie ήδη από την πρώτη σκηνή της ταινίας μας παρουσιάζεται ως άνθρωπος του καθήκοντος και άκαμπτος καθολικός-δύο αστυνομικοί κουτσομπολέυουν, ενημερώνοντάς μας ότι ο Howie βγαίνει με κάποια Mary για δύο χρόνια, αλλά ακόμα δεν την έχει καν ακουμπήσει. Ο ήρωάς μας είναι λοιπόν ένας 40άρης παρθένος, που φυλάει την αγνότητά του για το γάμο. Aπόπειρα χιούμορ ή Plot point;

Ο Howie φτάνει με το υδροπλάνο στο Summerisle, όπου και αρχίζει να ζητά πληροφορίες για την εξαφανισμένη μικρή. Το Summerisle είναι μια χαρακτηριστική κλειστή κοινότητα, βασισμένη στο ψάρεμα και κυρίως στην γεωργία και ο Howie φαίνεται σαν ένας άβολος παρείσακτος, παρόλα αυτά οι κάτοικοι που πρωτοσυναντά είναι σίγουροι: H κοπέλα που βλέπουν στη φωτογραφία δεν υπάρχει ούτε ποτέ υπήρχε στο νησί. O Howie δεν πείθεται, και αποφασίζει να μείνει στο νησί για να συνεχίσει τις έρευνες. Κλείνει ένα δωμάτιο στο πανδοχείο Green Man, τόπο συνεύρεσης της νεολαίας (και όχι μόνο) του νησιού, που πίνει, χορεύει και τραγουδάει άσεμνα τραγούδια στην κόρη του ιδιοκτήτη, Willow (
Britt Ekland). Όσον αφορά την υπόθεση, κανείς δεν φαίνεται να γνωρίζει την κοπέλα, ούτε καν η υποτιθέμενη μητέρα της αλλά ο Howie συνειδητοποιεί κάτι ανησυχητικό: Tο νησί έχει απαρνηθεί τον Χριστιανισμό και έχει μετατραπεί σε μια παγανιστική κοινωνία. Ακόμα χειρότερα για την πουριτανή φύση του, το σεξ γίνεται ελεύθερα (ενας χαρούμενος
Lee συνοδεύει στην
Britt Ekland τον νεαρό που θα ξεπαρθενιάσει!) και οι τελετές γονιμότητας, με γυμνές κοπέλες να πηδούν πάνω από φωτιές (με φόντο ντόλμεν) δεν είναι ασυνήθιστες. Ο Howie, αν και αηδιασμένος από τα έκλυτα ήθη του Summerisle συνεχίζει την έρευνα και αρχίζει να κάνει τις πρώτες, μυστηριώδεις, ανακαλύψεις: H μικρή υπάρχει στους καταλόγους του σχολείου, και η δασκάλα παραδέχεται ότι κάτι της συνέβη-αν και όπως λέει «here, we do not use the word (ψιθυριστά).. dead». Ο Howie επισκέπτεται τον κυβερνήτη του νησιού, Lord Summerisle (
Christopher Lee), ο οποίος του εξηγεί πως ακριβώς ζουν οι κάτοικοι στο νησί και τα εγώ των δύο ανδρών συγκρούονται, καθώς η αυταρχική φύση του Howie βρισκεται σε πλήρη αντίθεση με τον ήπιο και φαινομενικά φιλελεύθερο Summerisle. Ο αστυνόμος παίρνει άδεια για εκταφή και ανακαλύπτει μέσα στο φέρετρο έναν..λαγό. Κάπου εκεί, ο Howie αρχίζει να ενώνει τα κομμάτια του παζλ: Μετά από μια φτωχή σοδειά, οι παγανιστές θέλουν να εξευμενίσουν τους θεούς τους με μια ανθρωποθυσία, στην τελετή της Πρώτης Μαίου. Άρα η μικρή πρέπει να είναι κάπου αιχμάλωτη μέχρι τότε, και φυσικά ακόμα ζωντανή…

Μέχρι εδώ θα προχωρήσουμε και θα αφήσουμε το φινάλε της ταινίας για εσάς. Τώρα είναι δουλειά μας να σας πείσουμε να φτάσετε μέχρι εκεί. Η αλήθεια είναι ότι το
Wicker Man είναι μια άνιση ταινία, μιας και στο μεγαλύτερο μέρος της η φολκ υπόκρουση και κάποιες πιο-camp-δε-γίνεται καταστάσεις πιθανόν να σας απωθήσουν. Δεν μιλάμε τόσο για το μουσταρδί ζιβάγκο του
Lee αλλά για την
Britt Ekland, η οποία όσο και να προσπαθεί δεν μπορεί να γίνει ηθοποιός (και γι αυτό οι ατάκες της κατέληξαν ντουμπλαρισμένες) και τουλάχιστον γλυτώνουμε την απόπειρά της για μια σκωτσέζικη προφορά (ο
Woodward απ την άλλη είναι ανένδοτος: το Murder γι αυτόν είναι «Mάααρρρνταρ»). Ιδιαίτερα μια σκηνή στην οποία η γυμνή
Ekland προσπαθεί να αποπλανήσει τον Howie που κοιμάται στο διπλανό δωμάτιο, χορεύοντας τραγουδώντας και χτυπώντας τον τοίχο είναι περισσότερο κωμική παρά αισθησιακή αλλά μην παραπονιέστε, ακόμα και το body double της θα σας φέρει λιγούρα. Το σενάριο του
Anthony Shaffer ακολουθεί έναν εξαιρετικό ρυθμό, και παίζει με πολύ καλό τρόπο με τους κεντρικούς χαρακτήρες. Ο Howie μπορεί στην αρχή να μας είναι αντιπαθητικός λόγω των εμμονών του –και ο Summerisle συμπαθής λόγω του ότι αντιπροσωπεύει μια ελκυστική ουτοπία-αλλά οι ισορροπίες αλλάζουν, όπως ακριβώς και το ήρεμο νησί αρχίζει να γίνεται απειλητικό, με ελάχιστες προσθήκες (πχ η σκηνή με τους μασκαρεμένους κατοίκους). Ο
Shaffer είναι αρκετά εμπνευσμένος και σε διάφορα set pieces, όπως αυτά που αφορούν τις περίεργες δοξασίες των κατοίκων (ένα ζωντανό βατραχάκι στο στόμα θεραπεύει τον πονόλαιμο, και το χέρι ενός πεθαμένου σε κάνει να κοιμάσαι βαριά) ενώ ενίοτε και οι διάλογοί του είναι κοφτεροί, ιδίως στην συνομιλία του Howie με τη δασκάλα και όταν ο
Woodward μοιράζεται την οθόνη με τον
Lee. Προσπαθώντας να επισημάνει στον Summerisle το παράλογο της κοινωνίας της οποίας ηγείται, ο Howie λέει «
What is all this? Ι mean, you ‘ve got fake biology, fake religion…sir have these children never heard of Jesus?» για να λάβει την απάντηση «
Himself, the son of a virgin, impregnated I believe by a ghost..». Eίναι μια εύθραστη ισορροπία αυτή την οποία πλάθει ο
Shaffer (God bless those pagans! που λεει και ο Homer Simpson) μιας και οι πρωταγωνιστές του, οπαδοί δύο διαφορετικών κοσμοθεωριών (από συνήθεια ή από συμφέρον) βρίσκουν κοινό σημείο στον φανατισμό που και οι δύο, αθελά τους, προδίδουν. Ο
Hardy απ` την άλλη, έχει ένα μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τα αδύναμα κομμάτια της ταινίας μιας που ίσως θα μπορούσε να ελέγξει καλύτερα τόσο κάποιους ηθοποιούς, όσο και την.. ποσότητα κιτς. Ο ίδιος συμφωνεί με τον
Lee όσον αφορά την σημασία των κομμένων σκηνών, που αλλάζουν σημαντικά την ταινία, αλλά όσο σημαντικά και να είναι το θέμα παραμένει ότι τα πρώτα πενήντα λεπτά του φιλμ φέρνουν περισσότερο σε ερασιτεχνικό τουριστικό σποτάκι. Ας μην παραπονιόμαστε όμως, μιας και αφού δεχτούμε την αναπόφευκτη –για ένα, κατά βάση, b movie- κακογουστιά, το τέλος του
Wicker Man είναι ένα τρομερά έντονο δεκάλεπτο. Μπορεί κάποιοι να βρείτε το φιλμ ανυπόφορο –και σε αυτή την περίπτωση δεν θα σας κατηγορήσω καθόλου- αλλά θα ανταμοιφθείτε με ένα από τις πιο χαρακτηριστικά, εφιαλτικά φινάλε στην ιστορία... στην ιστορία των ταινιών τρόμου, χωρίς τρόμο.
Ταινία: 





(7/10)
Αν ο Πρωιμάκης εμφανιστεί με μουσταρδί ζιβάγκο: 








(10/10)