• ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟΥ...

  • Αριθμός ταινιών: 22316
  • Αριθμός συν/τών: 759967
  • Πρόγραμμα 300 Κινηματογράφων και 18 τηλεοπτικών σταθμών
CineDVD


Τρί 19 Απρ 2005

COMMANDANTE JR!




Έχοντας σαν πιο σημαντικό τίτλο του πακέτου της το τελευταίο φιλμ που υπογράφει ο ταλαντούχος Βραζιλιάνος Walter Salles, η Audiovisual μας δίνει μερικές ικανοποιητικές σε γενικές γραμμές προτάσεις λίγο πριν μπούμε κι επισήμως στην άνοιξη. Περίοδο βεβαίως που ο καιρός φτιάχνει διαρκώς και λίγοι είναι αυτοί που αποφασίζουν να παραμείνουν εντός και να παρακολουθήσουν ακόμη και μια αξιόλογη ταινία όπως – πχ - το “Motorcycle Diaries”. Το αρκετά συμπαθές “After The Sunset” αλλά και η μυστηριώδης “Catwoman”, ταινίες που δύο πανέμορφες μελαψές κυρίες – η Salma Hayek και η Halle Berry - εκθέτουν σε μεγάλο βαθμό τα σωματικά τους προσόντα, ολοκληρώνουν τα DVDs που μας προτείνει η AV. Για να τα δούμε…



THE MOTORCYCLE DIARIES – ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ


25 λέξεις – Δύο νεαροί φίλοι, με γνώσεις ιατρικής, ξεκινούν με λίγα υπάρχοντα, πάνω σε μια μοτοσικλέτα, ένα ταξίδι απ’ άκρου εις άκρον της Λατινικής Αμερικής. Ο ένας μερικά χρόνια αργότερα θα εξελιχθεί στο παντοτινό σύμβολο της εξέγερσης, στον αθάνατο Τσε!

Στο Ράφι – Υπάρχουν αρκετά πρίσματα μέσα από τα οποία μπορεί ο μέσος θεατής να παρακολουθήσει το “Diarios De Motocicleta”. Αρχικά να το δει σαν ένα νοσταλγικό ταξίδι δύο ανέμελων νέων, που θέλησαν μέσα σε δύσκολες – αβάσταχτες θα έλεγα – συνθήκες να διανύσουν το τόξο της ηπείρου, που για πολλούς γέννησε τους πρώτους πολιτισμούς σε αυτόν τον πλανήτη. Με αφετηρία από το πανέμορφο Μπουένος Άιρες, την πρωτεύουσα της Αργεντινής των μελαγχολικών χρόνων του 50, οι δύο αδόκιμοι ακόμη φοιτητές οραματίστηκαν να διανύσουν περισσότερα από 5.000 χιλιόμετρα γνωρίζοντας όσο το δυνατόν περισσότερες γωνιές της Νοτίου Αμερικής.

Και όλα αυτά πάνω σε μια μοτοσικλέτα. Μια ξεχαρβαλωμένη – απόξαρχής – Norton που από τα πρώτα κιόλας μέτρα της διαδρομής άρχισε να αγκομαχά κάτω από το αβάσταχτο βάρος των δύο επιβατών αλλά και των μπόγων με τα απαραίτητα. Αλήθεια, μελετώντας το θέμα – δίχως να αναφέρω πουθενά για την ύπαρξη του Ερνέστο Γκουεβάρα – δεν βρίσκω κάτι που να μου κεντρίζει το ενδιαφέρον, ως μια κινηματογραφική ταινία. Που να με τραβά να παρακολουθήσω τις περιπέτειες δύο επιπόλαιων παιδιών που ρισκάρουν τις ζωές τους ανάμεσα στις βαριές και χιονισμένες σκιές των Άνδεων. Για τον λόγο αυτό – δηλαδή ένα κινηματογραφικό traveler – φροντίζουν δεκάδες τουριστικά έντυπα και μερικές ενδιαφέρουσες κυριακάτικες μεσημεριανές εκπομπές.

Το κυρίως θέμα που προσπαθεί να προσεγγίσει το φιλμ είναι το πώς μετεξελίχθηκε μέσα από το δίχρονο αυτό ταξίδι αναζήτησης, ο χαρακτήρας ενός νεαρού φοιτητή της ιατρικής, με πολλά προβλήματα υγείας, σε έναν από τους Ήρωες που έβαλαν φαρδιά πλατιά την ματωμένη υπογραφή τους στα επαναστατικά πεδία μαχών του 20ου αιώνα. Ταξιδεύοντας από την συννεφιασμένη Αργεντινή προς τον Βορρά, με ενδιάμεσους σταθμούς στην Χιλή, την Βενεζουέλα και το πάμφτωχο Περού, ο 23χρονος Ερνέστο ήλθε σε επαφή με ανθρώπους που περιθωριοποιήθηκαν από το σύστημα, άλλοτε λόγω των πολιτικών τους πιστεύω και άλλοτε για λόγους υγείας.

Είναι η περίοδος που ασθένειες όπως η λέπρα και η φυματίωση θεωρούνται ακόμη ανίατες και όσοι πάσχουν από αυτές, έχουν τεθεί σε απομόνωση από το «υγιές» κοινωνικό σύνολο. Είναι αλήθεια πως αυτό το κομμάτι ο Βραζιλιάνος σκηνοθέτης Walter Salles, το μελετά πολύ όμορφα. Χαρίζει μάλιστα και ένα πολύ μεγάλο – το μεγαλύτερο ίσως – κομμάτι του φιλμ που υπογράφει, στο πως ο Τσε μαζί με τον συνοδοιπόρο του Αλμπέρτο Γρανάδο βοήθησαν τα μέγιστα μια ιεραποστολική απομακρυσμένη από τον πολιτισμό κοινότητα λεπρών, στις όχθες των απέραντων λιμνών του Περού. Σίγουρα όμως δεν ήταν αυτός ο λόγος που η καρδιά του σπουδαίου Τσε μεταλλάχθηκε σε επαναστατική σημαία, δείχνοντας τον δρόμο για την απελευθέρωση σε όλους τους καταπιεσμένους λαούς στα Νότια του Μαϊάμι. Και όχι μόνον.

Το γεγονός που προκάλεσε την μεγαλύτερη εντύπωση στην σκέψη του απροσάρμοστου Γκουεβάρα, ήταν οι διωγμοί των αριστερών πεποιθήσεων συνανθρώπων του, σε καιρούς δυσβάσταχτους για την Λατινική Αμερική, όπου ελάχιστες ήταν οι χώρες που δεν βρίσκονταν κάτω από εντολοδόχο εκ Πενταγώνου Χούντα. Και αυτό το τμήμα της ταινίας καλύπτεται από τον δημιουργό του “Central Station” και του “Foreign Land” εντελώς επιδερμικά, μόλις για μερικά δευτερόλεπτα. Όταν ένα ζευγάρι ιδεαλιστών σοσιαλιστών δεν επιλέγεται από τον «εργατοπατέρα» για να βγάλει μέσω του σκληρού μεροκάματου τα προς το ζην. Εδώ νομίζω πως ήταν επιβεβλημένο να δοθεί από τον Salles περισσότερο βάρος. Ώστε να αντιληφθούν ακόμη και οι λιγότερο αδαείς τι σημαίνει το άστρο στον χιλιοφορεμένο μπερέ του μεγάλου αγωνιστή.

Πάντως ακόμη κι έτσι ο Μεξικάνος Gael Garcia Bernal, που καλείται να δώσει για δεύτερη φορά εξετάσεις ερμηνεύοντας τον Τσε, αφού το εγχείρημα είχε επαναλάβει σε ένα θεατρικό έργο στην πατρίδα του, προσφέρει ακόμη ένα δείγμα του σπουδαίου ταλέντου του. Όπως άλλωστε έκανε και στο Αλμοδοβαρικό “La Mala Educacion” που πολύ σύντομα θα απολαύσουμε όλοι στις μικρές μας οικιακές οθόνες. Είναι στιγμές που η σκούρα ματιά του Bernal ταιριάζει απόλυτα με αυτή του Γκουεβάρα όπως την έχουμε γνωρίσει από τις φωτογραφίες και τα επίκαιρα της εποχής. Έξοχος! Και με πολύ πολύ μέλλον. Από την άλλη μεριά ο Rodrigo De la Serna που υποδύεται τον Γρανάδο, τον χοντρούλη κάτοχο της περίφημης “Mighty One” που οι δύο νέοι ονειρεύτηκαν να τους ταξιδέψει σε όλη την Αμερική, όσο το θέμα τον διατηρεί σε πρώτο πλάνο είναι καλός. Από την στιγμή που το ταξίδι περνά τα σύνορα του Περού, περνά – δικαιολογημένα μάλλον - σε δεύτερη μοίρα, όπως και όλοι οι υπόλοιποι χαρακτήρες που γνωρίζει στην διαδρομή του ο Τσε. Και που στο τέλος επαναλαμβάνονται ως στιγμιαία κλικ ενός τεράστιου ταξιδιού.

Disc – Η Audiovisual σε συνεργασία με την Rosebud διανέμουν ένα πολύ προσεγμένο σετ 2 δίσκων. Επιχειρώντας μάλιστα μια μικρή σύγκριση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές εκδόσεις ομολογώ πως η «δική» μας είναι σχετικά καλύτερη στα σημεία. Μάλιστα σε ότι αφορά τον ήχο υπάρχει στο εγχώριο πακετάκι η προσφορά μιας επιπλέον ηχητικής μπάντας, με την σήμανση DTS 5.1 που προσθέτει σαφέστατα μεγαλύτερο όγκο στην ακουστική απόλαυση. Κύριο χαρακτηριστικό της η πολύ σωστή τοποθέτηση στο χώρο των διαλόγων, αν και περιφερειακά περιορίζεται απλά και μόνο σε μερικά θορυβώδη ξεσπάσματα της εξάτμισης της Norton. Ευτυχώς απουσιάζει οποιαδήποτε μεταγλώττιση αφού θα ήταν πολύ αστείο να βλέπουμε τον Τσε να συνεννοείται με τους ημιμαθείς Περουβιανούς σε άπταιστα…Αγγλικά!

Η εικόνα που προσφέρεται σε κάδρο αναμορφικό widescreen είναι ικανοποιητική, με ελαφρά προβληματάκια να κάνουν την εμφάνιση τους αραιά και που, όπως κάποιος «θόρυβος» που οφείλεται στην συμπίεση ή ένα ημι-διαφανές πέπλο στις πολύ υποφωτισμένες σκηνές. Στα πρόσθετα υπάρχουν αναφορές στην μέχρι τώρα διαδρομή των πρωταγωνιστών και του δημιουργού, μικρά αφιερώματα γύρω από την παραγωγή της ταινίας και πάρα πολλά τρέιλερς πρόσφατων κυκλοφοριών της Audiovisual.

Μμμμ… - Δεν μπορώ να πω πως η προσπάθεια δεν είναι καλή. Είναι όμως ημιτελής. Δεν μπορώ να εντοπίσω το γιατί ο Salles δεν μπήκε βαθιά μέσα στα γεγονότα ώστε να μιλήσει με πιο ανοιχτό τρόπο για τους λόγους που μετέτρεψαν έναν αδόκιμο γιατρουδάκο σε σύμβολο αγώνα. Πάντως διαθέτει έξοχο ρυθμό και είναι ιδιαίτερα ευχάριστη – ο επιπρόσθετος ρόλος του Γρανάδο, που με το πικρό του χιούμορ σπάει την δραματική κατάσταση – ούτως ώστε ο θεατής να μένει τελικά ικανοποιημένος μετά τα 130 λεπτά που διαρκεί!

ΕΙΚΟΝΑ – 6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars (6/10)
ΗΧΟΣ – 7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars (7/10)
EXTRAS – 6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars (6/10)
THE MOTORCYCLE DIARIES – – 6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars6/10 Stars (6/10)





AFTER THE SUNSET – ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΟΛΠΟ


25 λέξεις – Ζεύγος διαρρηκτών μετά από μια σημαντική ληστεία αποφασίζει να αποτραβηχτεί από την ενεργό δράση. Υπάρχει όμως ακόμη μια πρόκληση – ένα πανάκριβο Ναπολεόντειο διαμάντι – που τους προκαλεί να το αποκτήσουν!

Στο Ράφι – Η λέξη που μου έρχεται αμέσως στο νου θέλοντας να χαρακτηρίσω το “After The Sunset” είναι «δροσερή». Ούτε κακή, ούτε καλή, ούτε αδιάφορη, Πως συμβαίνει αυτό? Είναι πολύ απλό. Είναι γυρισμένη εξ ολοκλήρου σε έναν εντυπωσιακό επίγειο παράδεισο, το Νασάου της Μπαχάμας, με αποτέλεσμα κάθε πλάνο της να αποτελεί και μια πολύ όμορφη καρτ ποστάλ. Διαθέτοντας εξ ορισμού ένα αφελές σενάριο, από αυτά που κατά δεκάδες έχουν κάνει τα τελευταία χρόνια την εμφάνιση τους, δημιουργώντας ένα ανεξάρτητο νέο είδος ταινιών – το heist – το φιλμ κινείται σε ένα όμορφο τέμπο, μεταξύ πρασινογάλαζων νερών, ρέγκε ρυθμών και πινακολάντας δίχως αλκοόλ!

Θα πρόσθετα επιπλέον πως σημαντικό ρόλο στο εύπεπτο της όλης κατάστασης αποτελεί και η παρουσία της - κοντούλας μεν, αλλά – καυτής σαν φωτιά Λιβανεζο-μεξικάνας, Salma Hayek που δεν χάνει ευκαιρία σε κανένα σημείο του φιλμ να επιδείξει στο κοινό τα αρκετά ζουμερά σωματικά της προσόντα. Τίποτα περισσότερο φυσικά αφού σε ότι αφορά στο υποκριτικό κομμάτι μάλλον εξάντλησε όλη της την τεχνική.

Το λυπηρό πάντως του “After The Sunset” είναι πως οι πολλοί φαν του Pierce Brosnan, του μοναδικού Τζέιμς Μποντ, που αμφισβήτησε σε μεγάλο βαθμό τα πρωτεία του πρώτου διδάξαντα Sean Connery, θα τον δουν στον πρώτο του ρόλο μετά την επίσημη συνταξιοδότηση από την MI-6. Και είναι πολύ πιθανόν όλοι οι μελλοντικοί του ρόλοι να μην ξεφεύγουν ούτε στο ελάχιστο από το αυτό γοητευτικό, αινιγματικό και ηλιοκαμένο μοτίβο. Σε ότι αφορά τον Woody Harrelson που παίζει τον διώκτη του παράνομου ζευγαριού δεν υπάρχουν πολλά λόγια να πει κανείς γύρω από το ταλέντο του, ενώ η ολιγόλεπτη παρουσία του αναγνωρισμένου καλλιτεχνικά (προσφάτως) Don Cheadle δείχνει πως ο άνθρωπος δείχνει πως ρίχνει βάρος και στα ένσημα του.

Πιθανότατα το ελληνικό κοινό να μην γνωρίζει το όνομα του σκηνοθέτη Brett Ratner, είναι γεγονός όμως πως στην πέρα όχθη του Ατλαντικού έχει ήδη δημιουργήσει ένα σημαντικό όνομα. Και αυτό χάρη στο γεγονός πως έχει υπογράψει μια απίστευτη επιτυχία το “Rush Hour” με τον Jackie Chan, που ευτυχώς στην χώρα μας πέρασε απαρατήρητο. Μέτριος, δημιουργικά.

Disc – Αυτό το καινούργιο look που επιχειρεί η Audiovisual στους δίσκους της – που παράγονται εδώ, όχι τους εισαγόμενους – με έμφαση κυρίως στα ελληνικά χαρακτηριστικά (τίτλος, μενού) με βρίσκει αρκετά σύμφωνο. Είναι πολλοί οι θεατές που δεν γνωρίζουν δηλαδή – και δεν είναι και υποχρεωμένοι - τι σημαίνει “Chapter” ή “Language” με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται σημαντικά στην παρακολούθηση ενός DVD. Η βελτίωση των μενού για τις εγχώριες εταιρίες διανομής ήταν κάτι το επιβεβλημένο και η πολύ όμορφη προσπάθεια της AV αξίζει πολλών συγχαρητηρίων.

Τα τεχνικά χαρακτηριστικά της παραγωγής της New Line Cinema είναι αρκετά καλά, με αποτέλεσμα να δυσκολεύομαι να επιλέξω το κομμάτι αυτό που με ευχαρίστησε περισσότερο. Και αυτό διότι τόσο η εικόνα, που διευκολύνεται υπερβολικά από την πολυχρωμία της Καραϊβικής, σε κάδρο 2.35/1 είναι εξαιρετική σε λεπτομέρεια και ευκρίνεια αλλά και ο Dolby Digital 5.1 ήχος να προσφέρει μια πολύ γευστική μπάντα με μεστό κεντρικό και περιφέρεια γεμάτη περιβάλλοντες ήχους – κύματα, πουλιά και τζιτζίκια – που καλύπτουν έστω για λίγο τα κενά του σεναρίου. Ηχητικά μπορείτε ακόμη να παρακολουθήσετε το φιλμ με συνοδεία τον σχολιασμό του δημιουργού της.

Έκπληξη αποτελούν τα πάμπολλα έξτρας, με το making of ντοκιμαντέρ που διαρκεί περισσότερο από μια ώρα να κερδίζει με ευκολία τις εντυπώσεις. Ακόμη συνυπάρχουν συνεντεύξεις των βασικών συντελεστών στον Charlie Rose, κομμένες σκηνές και εναλλακτικό φινάλε, καρέ καρέ ανάλυση των (λιγοστών) οπτικών εφέ, τρέιλερ και συνέντευξη με έναν πραγματικό διαρρήκτη που αναφέρει το πώς κατάφερε στην καριέρα του να ανοίξει δεκάδες χρηματοκιβώτια.

Μμμμ… - Είναι βέβαιο πως το “After The Sunset” θα σας μεταφέρει έστω και νοερά στην Ισημερινή ομορφιά των νησιών της Καραϊβικής, που κυριολεκτικά είναι ένα όνειρο. Αυτό είναι πιθανότατα και το ζητούμενο από πολλούς θεατές που προτιμούν μια ταινία με ελάχιστο προβληματισμό αλλά με όμορφες παρουσίες και ικανοποιητικό ρυθμό που θα τους προσφέρει ένα ξένοιαστο δίωρο. Σε αυτό τον τομέα το «Τελευταίο Κόλπο» τα καταφέρνει θα έλεγα περίφημα.

ΕΙΚΟΝΑ – 7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars (7/10)
ΗΧΟΣ – 7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars (7/10)
EXTRAS – 7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars7/10 Stars (7/10)
AFTER THE SUNSET4/10 Stars4/10 Stars4/10 Stars4/10 Stars (4/10)







ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΑΚΟΜΗ
CATWOMAN
Βγαλμένη μέσα από τις σελίδες των DC Comics η Catwoman επιστρέφει στην μεγάλη οθόνη δύο δεκαετίες κοντά, μετά την πρώτη της εμφάνιση με την μορφή της εντυπωσιακότατης Michelle Pfeiffer στον δεύτερο “Batman”. Φυσικά τα χρόνια έχουν περάσει, η τεχνολογία – υποτίθεται –ήλθε να καλύψει μεγάλο μέρος από τα σεναριακά κενά, στην σκηνοθετική καρέκλα κάθισε ένας από τους πλέον αδόκιμους ευρωπαίους σκηνοθέτες και οι πρωταγωνιστικές ανάγκες δεν απαιτούν μια ξανθιά καλλονή για τον κεντρικό ρόλο, αλλά μια μελαψή πολυδιαφημιζόμενη σταρ. Το αποτέλεσμα? Με άνεση το φιλμ να κατακτήσει όσα περισσότερα βατόμουρα μπορούσε στην πιο πρόσφατη απονομή του θεσμού και τελικά να πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις της σεζόν που διανύουμε.

Πάντως η Halle Berry αν και σε κανένα σημείο δεν ταιριάζει στον ρόλο της Κατ, κάνει ότι είναι δυνατόν για να σώσει την παρτίδα αλλά είναι σχετικά αδύνατον να τα καταφέρει αφού ο συμπρωταγωνιστής της Benjamin Bratt είναι απελπιστικά κρύος, ενώ είναι λίγο δύσκολο να πιστέψει κανείς πως η Sharon Stone μόλις πριν από δέκα χρόνια αποτελούσε το υπέρτατο σύμβολο του σεξ. Σημεία των καιρών. Με μια μόλις – γνωστή – ταινία στο ενεργητικό του, το σκοτεινό “Vidocq”, ο Pitof επιλέχθηκε από τους υπεύθυνους της Warner για να δώσει σάρκα και οστά στην Catwoman και τελικά πιστεύω πως δεν τα κατάφερε καλά. Παρόλο που προσπάθησε να δώσει αυτό το δικό του σκοτεινό – αλλά συνάμα απελπιστικά ψεύτικο – ύφος στην ταινία. Ο δίσκος πάντως με τα πολύ υψηλής ποιότητας τεχνικά χαρακτηριστικά θα ικανοποιήσει τους απογοητευμένους από το πολύ μέτριο εκατοντάλεπτο φιλμ. Το θετικό είναι πως μάλλον δεν θα υπάρξει συνέχεια…

Βαθμολογία: 2/10 Stars2/10 Stars (2/10)

ΠΡΩΤΗ ΜΑΤΙΑ
OLD BOY
Λίγο πριν την κυκλοφορία - ενός από τα πιο σημαντικά φιλμ της περιόδου που διανύουμε - και στο βίντεο του “Old Boy” είχα την χαρά να παρακολουθήσω την ταινία στην έκδοση που μόλις απέκτησα από το εξωτερικό σε παραγωγή της πάντοτε προσεγμένης Tartan. Κρυφή μου ελπίδα είναι η επερχόμενη παραγωγή της Audio visual να μοιάσει έστω και λίγο στην αντίστοιχη ξενόφερτη, αφού μιλάμε στην κυριολεξία για ένα DVD διαμάντι.

Οι ατέρμονες περιπέτειες του έγκλειστου για δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια στο διαμέρισμα – φυλακή, δίχως συγκεκριμένο λόγο και αφορμή φουκαρά Ο-Νταε-Σου και η αναζήτηση εκδίκησης αμέσως μετά την απελευθέρωση του, μεταφέρονται σε έναν έξοχο από πλευρά ποιότητας δίσκο, με κορυφαίας απόδοσης οπτικοακουστική απόλαυση. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός άλλωστε πως ο θεατής έχει να επιλέξει ανάμεσα στα δύο κορυφαία ηχητικά συστήματα για να παρακολουθήσει το “Old Boy”, τόσο την Dolby Digital 5.1 ΕΧ όσο και την DTS 6.1 ES που κυριολεκτικά κόβει την ανάσα. Για να μην αναφερθώ στον πρόσθετο δεύτερο δίσκο που μέσα του μπορεί κανείς να βρει οτιδήποτε μπορεί να κεντρίσει το ενδιαφέρον του ψαγμένου για ενημέρωση θεατή. Ελπίζω σε ανάλογη συμπεριφορά από την εγχώρια διανομή ώστε να αποτελέσει το δημιούργημα του Κορεάτη Park φιλμικό γεγονός και στην οικιακή κινηματογραφική του εκδοχή!




Το CineDVD είναι μια προσφορά του



 
 
Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια. Στείλτε το πρώτο!

Αυτή τη στιγμή δεν είστε συνδεδεμένος. Συνδεθείτε ή κάντε εγγραφή για να σχολιάσετε.